Anti-Tg και Καρκίνος Θυρεοειδούς
Τα αντισώματα Anti-Tg και ο ρόλος τους στον καρκίνο του θυρεοειδούς έχουν αποτελέσει αντικείμενο εκτενών επιστημονικών μελετών. Τα αντισώματα Anti-Tg είναι αντισώματα που αντιδρούν εναντίον της Θυρεοσφαιρίνης (Tg) και παράγονται σε μικρές ποσότητες από τα ίδια τα κύτταρα του θυρεοειδούς αδένα.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα επίπεδα των αντισωμάτων Anti-Tg μπορεί να αυξηθούν σε επίπεδα υψηλότερα από τα φυσιολογικά. Αυτό συμβαίνει σε περιπτώσεις όπως η θυρεοειδίτιδα Χασιμότο (Hashimoto), όλες οι υπόλοιπες μορφές θυρεοειδίτιδας και φυσικά, ο καρκίνος του θυρεοειδούς.
Τα αντισώματα Anti-Tg είναι σημαντικά στη διάγνωση και την παρακολούθηση των ασθενών με καρκίνο του θυρεοειδούς. Αυτό συμβαίνει διότι τα αντισώματα αυτά επηρεάζουν την αξιολόγηση των επιπέδων θυρεοσφαιρίνης στο αίμα. Κατά συνέπεια, τα επίπεδα της θυρεοσφαιρίνης μπορεί να μην αντικατοπτρίζουν ακριβώς την κατάσταση του ασθενούς. Έτσι, τα αντισώματα Anti-Tg βοηθούν στην παρακολούθηση των ασθενών που έχουν υποβληθεί σε θεραπεία για τον καρκίνο του θυρεοειδούς και στην πρόγνωση της νόσου.
Συνοψίζοντας, τα αντισώματα Anti-Tg παίζουν σημαντικό ρόλο στη διάγνωση, παρακολούθηση και πρόγνωση του καρκίνου του θυρεοειδούς.
Τα αντισώματα Anti-Tg και η Μετεγχειρητική Παρακολούθηση των Ασθενών
Η θυρεοσφαιρίνη αποτελεί έναν εξαιρετικά ευαίσθητο δείκτη για την παρακολούθηση των ασθενών που έχουν υποβληθεί σε χειρουργική θεραπεία για καλώς διαφοροποιημένο καρκίνο του θυρεοειδούς. Κατά την αφαίρεση του θυρεοειδούς αδένα και των περιφερειακών λεμφαδένων που παρουσίαζαν μεταστάσεις, τα επίπεδα της θυρεοσφαιρίνης στο αίμα μειώνονται σημαντικά, μέχρι του σημείου να είναι είτε εξαιρετικά χαμηλά είτε μη ανιχνεύσιμα. Αυτό δείχνει την απουσία ενεργού υπολειμματικής νόσου.
Η ολική αφαίρεση του θυρεοειδούς επίσης οδηγεί στην επαναφορά των επιπέδων των αντισωμάτων Anti-Tg στο αίμα σε μη ανιχνεύσιμα επίπεδα.
Ωστόσο, το 20% των ασθενών με καρκίνο του θυρεοειδούς παρουσιάζει αυξημένα επίπεδα αντισωμάτων Anti-Tg στο αίμα, ακόμα και πριν από την επέμβαση. Αυτό δυσκολεύει την αξιολόγηση των επιπέδων της θυρεοσφαιρίνης και των αντι-Tg αντισωμάτων κατά τη μετεγχειρητική παρακολούθηση των ασθενών, καθώς και τον καθορισμό του κινδύνου υποτροπής της νόσου.
Συνεπώς, για αυτούς τους ασθενείς, είναι σημαντικό να παρακολουθούνται τα επίπεδα της θυρεοσφαιρίνης και των αντι-Tg αντισωμάτων στο αίμα. Ωστόσο, η αξιοπιστία της μετεγχειρητικής παρακολούθησης αυτών των ασθενών και ο ρόλος των αντι-Tg αντισωμάτων στην πρόγνωση τους παραμένουν θέματα που απαιτούν περαιτέρω έρευνα.
Μια έρευνα που δημοσιεύθηκε το 2023 στο αξιόπιστο επιστημονικό περιοδικό “Clinical Endocrinology” παρέχει τόσο την απάντηση όσο και τη λύση στο πρώτο ερώτημα. Σε αυτήν την μελέτη, ερευνήθηκε η αξιοπιστία μιας καινοτόμας μεθόδου για τη μέτρηση των επιπέδων θυρεοσφαιρίνης στο αίμα, γνωστή ως υψηλής ευαισθησίας θυρεοσφαιρίνη αίματος (hsTg). Η μελέτη εστίασε στον τρόπο με τον οποίο η hsTg σχετίζεται με την πρόγνωση των ασθενών που παρουσιάζουν αυξημένα επίπεδα αντισωμάτων anti-Tg στο αίμα και έχουν διαγνωσθεί με καλώς διαφοροποιημένο καρκίνο θυρεοειδούς.
Τα αποτελέσματα της μελέτης ανέδειξαν ότι η χρήση της hsTg αποτελεί μια πολύ πιο ευαίσθητη μέθοδο για την παρακολούθηση των ασθενών με καλώς διαφοροποιημένο καρκίνο θυρεοειδούς που έχουν ανιχνευτά επίπεδα αντι-Tg αντισωμάτων στο αίμα, σε σύγκριση με την παραδοσιακή μέθοδο μέτρησης των επιπέδων θυρεοσφαιρίνης στο αίμα.
Με βάση την λογική ανάλυση της μετεγχειρητικής αξιολόγησης των επιπέδων θυρεοσφαιρίνης στο αίμα, τα αντισώματα anti-Tg έχουν σημαντικό ρόλο, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, στην αξιολόγηση της ανταπόκρισης των ασθενών στη θεραπεία του καλώς διαφοροποιημένου καρκίνου του θυρεοειδούς και, κατά συνέπεια, στην πρόγνωση της πάθησης.
Είναι λογικό να υποθέσουμε ότι σε ασθενείς με υψηλά επίπεδα αντισωμάτων anti-Tg, είτε είναι ανώτερα από τα φυσιολογικά επίπεδα είτε παραμένουν υψηλά μετά τη θεραπεία, η πρόγνωση για τον καρκίνο του θυρεοειδούς είναι πιο δυσμενής σε σύγκριση με ασθενείς που έχουν μη ανιχνεύσιμα ή χαμηλά επίπεδα αντισωμάτων anti-Tg μετά τη θεραπεία.
Μια έρευνα που δημοσιεύτηκε το 2020 στο περιοδικό “Thyroid” προσφέρει περαιτέρω επιβεβαίωση αυτής της άποψης και αναπτύσσει το θέμα της σημασίας των αντισωμάτων anti-Tg στους ασθενείς με καλώς διαφοροποιημένο καρκίνο του θυρεοειδούς.
Η ανάλυση που διεξήχθηκε αποτελεί τη μεγαλύτερη συστηματική ανασκόπηση και μετα-ανάλυση της παγκόσμιας επιστημονικής βιβλιογραφίας μέχρι σήμερα. Στο πλαίσιο αυτής της μελέτης, αξιολογήθηκαν τα αντισώματα anti–Tg ως πιθανοί προγνωστικοί παράγοντες για ασθενείς με καλώς διαφοροποιημένο καρκίνο του θυρεοειδούς μετά την εφαρμογή χειρουργικής θεραπείας και τη χορήγηση ραδιενεργού ιωδίου.
Τα ευρήματα της μελέτης υποδεικνύουν τα εξής:
- Οι ασθενείς που εμφανίζουν αυξημένα επίπεδα anti–Tg αντισωμάτων πριν από την έναρξη της θεραπείας για τον καρκίνο του θυρεοειδούς, διατρέχουν 81% υψηλότερο κίνδυνο να αναπτύξουν μεταστάσεις στους λεμφαδένες σε σύγκριση με τους ασθενείς που δεν έχουν ανιχνεύσιμα επίπεδα των anti-Tg αντισωμάτων.
- Οι ασθενείς με αυξημένα επίπεδα αυτών των αντισωμάτων έχουν σχεδόν τριπλάσιο (278%) υψηλότερο κίνδυνο να αντιμετωπίσουν υποτροπή ή επιμονή του καρκίνου του θυρεοειδούς μετά τη θεραπεία, σε σύγκριση με ασθενείς χωρίς ανιχνεύσιμα επίπεδα anti-Tg αντισωμάτων.
- Παρά τα παραπάνω, οι ασθενείς με αυξημένα επίπεδα αυτών των αντισωμάτων δεν διαφέρουν στην πρόγνωσή τους και το αναμενόμενο επιβίωσης από ασθενείς που δεν έχουν ανιχνεύσιμα επίπεδα anti-Tg αντισωμάτων.
Επιπρόσθετα, η έρευνα αποκάλυψε ότι ασθενείς που παρουσιάζουν αυξημένα επίπεδα αντι-θυρεοσφαιρίνης (anti-Tg) μετά τη θυρεοειδεκτομή ή χειρουργική θεραπεία έχουν υψηλότερο κίνδυνο επανεμφάνισης του καρκίνου της θυρεοειδούς ή εμμονής της νόσου. Αυτός ο κίνδυνος είναι σημαντικά υψηλότερος σε σύγκριση με τους ασθενείς που έχουν μη ανιχνεύσιμα ή σταθερά χαμηλά επίπεδα αντι-Tg μετά τη θεραπεία.
Επιπρόσθετα, η έρευνα ανέδειξε ότι υπάρχει σημαντική αύξηση της θνητότητας από τον καρκίνο της θυρεοειδούς σε ασθενείς με υψηλά επίπεδα αντι-Tg, σε σύγκριση με αυτούς με μη ανιχνεύσιμα ή σταθερά χαμηλά επίπεδα αντι-Tg μετά τη θεραπεία.
Τα αντισώματα anti-Tg επηρεάζουν σημαντικά την πορεία της νόσου των ασθενών με καλώς διαφοροποιημένο καρκίνο της θυρεοειδούς, αυξάνοντας τον κίνδυνο μεταστάσεων στους λεμφαδένες του τραχήλου, την υποτροπή του καρκίνου ή την επιμονή της νόσου μετά τη θεραπεία, και επηρεάζοντας αρνητικά το προσδόκιμο ζωής των ασθενών με αυτήν τη μορφή καρκίνου. Ως εκ τούτου, η προεγχειρητική και μετεγχειρητική αξιολόγηση των επιπέδων θυρεοσφαιρίνης και αντι-Tg στο αίμα αποτελεί σημαντικό κριτήριο για τον σχεδιασμό της θεραπείας και την παρακολούθηση των ασθενών μετά τη χειρουργική θεραπεία του καλώς διαφοροποιημένου καρκίνου της θυρεοειδούς, καθώς και για την ενδεχόμενη λήψη συμπληρωματικής θεραπείας με ραδιενεργό ιώδιο.